Λίγες Μέρες Πριν Από Τον Γάμο Μου

Michalis Altalikis II  Πολλά έγιναν εκείνο το διάστημα με τους πολιτικούς μας κι αυτά δεν περιορίστηκαν στα όρια των τελευταίων ημερών της χρονιάς που μας αποχαιρετούσε, αλλά συνεχίστηκαν και μετά τον ερχομό του νέου έτος, το οποίο βιάστηκε θαρρείς να μας πλησιάσει.

 Εγώ πάλι, ήμουν πολύ απασχολημένος τω εν λόγω χρονικό διάστημα με τις υποθέσεις του γάμου μου, τον οποίον όπως σας είπα τον προγραμματίσαμε  για τις 19 πρώτου του 1975 κι όπως είναι κατανοητό αυτό, δεν είχα αρκετό χρόνο στην διάθεση μου ώστε να καταγράψω λεπτομερώς αυτά που μεσολάβησαν συν τω χρόνω και αφορούσαν τα πολιτικά δρώμενα, τα οποία κι επηρέασαν αρκετά την ζωή μας.

 Επηρέασαν κι εμένα τα νέα δεδομένα λοιπόν κι όπως είναι φυσικό αυτό, άρχισα να σκέφτομαι και το πώς θα μπορούσα να αντιμετωπίσω την μετέπειτα από το γάμο μου ζωή, την οποία έπρεπε να βλέπω πλέον ως οικογενειάρχης.

 Αυτό έκανα και λίγες μέρες πριν φτάσω στην εκκλησία ως γαμπρός, όταν περίμενα να μου φέρουν στον εμπορευματικό σταθμό της πόλης μας μια μεγάλη παρτίδα βαμβάκι προκειμένου να φροντίσω για την εξαγωγή του κι αυτό που με απασχολούσε, ήταν το πώς θα μπορούσα να αποδώσω τα αναμενόμενα στην οικογένεια που ετοιμαζόμουν να αποκτήσω, έχοντας  αρκετά προβλήματα υγείας να με εμποδίζουν, αλλά και τα βιοποριστικά μου να με δυσκολεύουν.

 Προβλήματα υγείας βέβαια είχα πολλά εγώ κι όπως σας το είπα κι αυτό με συνόδευαν στην ζωή από την παιδική μου ηλικία. Τα αντιμετώπιζα όμως θα μου πείτε. Ναι, αλλά ήμουν μόνος και κανέναν δεν ενοχλούσα αντιμετωπίζοντας τα.

 Από την στιγμή που θα παντρευόμουν όμως θα τα φόρτωνα όλα αυτά στην γυναίκα μου, αλλά και στα παιδιά μου αργότερα. Πως λοιπόν να μην ανησυχούσα, για τον προβληματισμό που θα τους προκαλούσα;

 Ανησυχούσα λοιπόν και δεν ανησυχούσα μόνον για όσα θα προκαλούσα στην μελλοντική μου οικογένεια, αλλά και για το τι θα έκανε ο κουμπάρος μας την ώρα των στέψεων, όταν δεν θα μπορούσε να μου περάσει την βέρα σε κανένα από τα δάχτυλα μου, δεδομένου ότι ήταν πρησμένα ακόμη αυτά από τις χιονίστρες.

 Από καιρό πριν σκεφτόμουν αυτό το ενδεχόμενο, γι’ αυτό και τα έτριβα συνεχώς με λεμόνι όπως μου το συνέστησε κάποιος και όλους τους μήνες του χειμώνα, προκειμένου να τα διατηρήσω σε καλή κατάσταση, ώστε να διευκολύνω στην εκτέλεση της συγκεκριμένης διαδικασίας του κουμπάρου αλλά δεν κατάφερα και πολλά. Ήταν μεν σε καλή κατάσταση αυτά, αλλά αρκετά  πρησμένα όπως σας είπα.

 Αυτά ως προς τα θέματα υγείας. Ως προς τα βιοποριστικά μου όμως, άρχισα να αντιμετωπίζω σοβαρό πρόβλημα πλέον, δεδομένου ότι οι δουλειές μου στον σταθμό περιορίστηκαν αρκετά θα έλεγα εκείνο το διάστημα και εξαιτίας αυτού, έπαψα να έχω στην διάθεσή μου το εύρωστο εισόδημα που μέχρι τότε άνετα εξασφάλιζα στον εαυτό μου.

 Ο λόγος αυτής της αλλαγής ήταν, ότι κουράστηκαν πια οι εργάτες να δουλεύουν σύμφωνα με τους εξοντωτικούς ρυθμούς που οι ίδιοι επέβαλαν στον εαυτό τους αλλά και σε μένα, γι’ αυτό μου ζήτησαν να τους απαλλάξω από αρκετές δουλειές, από εκείνες τουλάχιστον που είχαμε στο ενεργητικό μας αλλά ήταν πολύ δύσκολες.

 Και όχι μόνον να απαλλαγούν ζήτησαν από τις δύσκολες δουλειές, αλλά και από όσες μας έμειναν, ζήτησαν να τις μοιραστούν εργασιακά με άλλους συναδέλφους τούς, όσο κι αν αυτό θα είχε σοβαρές επιπτώσεις στα προσωπικά τους οικονομικά δεδομένα.

Είχα κι εγώ σημαντική μείωση στα οικονομικά μου όπως είπα, αλλά δεν με στεναχωρούσε και τόσο, όχι γιατί δεν τα ήθελα αφού συνήθισα σ’ αυτά πλέον, αλλά γιατί κι εγώ κουράστηκα, δεδομένου ότι κι ο δικός μου εργασιακός φόρτος ήταν μεγάλος.

 Τα καρδιακά μου προβλήματα από το καλοκαίρι πια με ενοχλούσαν όπως σας είπα κι αυτά είναι αλήθεια ότι πολύ με βοήθησαν τότε, ώστε να δεχθώ πιο εύκολα αυτό που σκεφτόμουν να κάνω και να ασχοληθώ δηλαδή στο εξής με κάτι πιο συμβατικό ως εργαζόμενος, αν βέβαια δεν ήθελα να πεθάνω στον δρόμο τρέχοντας, για πράγματα που δεν είναι και τόσο σημαντικά για την ζωή μας όπως είναι τα χρήματα.

  Εγώ προσωπικά, ποτέ δεν δέχτηκα να υπάρχω ζώντας για τα λεφτά και ποτέ δεν ήθελα να τα αποκτήσω βάζοντας τα ως σκοπό της ζωής μου. Ποτέ δεν δέχτηκα ότι αυτά μας οδηγούν κάπου, ή ότι μας κάνουν καλύτερους, όπως και ποτέ δεν δέχτηκα, ότι με αυτά και μόνον, ή στηριζόμενοι σ’ αυτά και μόνον, μπορούμε να ωφελήσουμε πνευματικά τον εαυτό μας αλλά και τους συνανθρώπους κατ’ επέκτασιν.

 Μας έπεισαν βέβαια, ότι τα χρήματα είναι ζωτικής σημασίας παράγοντας για την ζωή μας, γι’ αυτό και μέσω αυτών, τόσο εύκολα μας αιχμαλώτισαν δια παντός στο σύστημα τους αυτοί που τα εφηύραν, αλλά και τα διαχειρίζονται έτσι, ώστε να κουμαντάρουν και με αυτά τους απανταχού πρόχειρα ζώντες ανθρώπους.

 Ωστόσο, ούτε κι ο πασίγνωστος Ωνάσης μπόρεσε να γλιτώσει τον γιο του με τα χρήματα του, από τον στημένο θάνατο που του προκάλεσαν αυτοί που όλα τα προγραμματίζουν, προκειμένου να τον εκδικηθούν.

 Είναι γνωστό σε όλους ότι είχε τόσα πολλά χρήματα αυτός τότε, που μπορούσε με αυτά να κάνει τα πάντα και όσα αν του έβαζε ο λογισμός του. Τα έδινε όλα όμως, όσα κι αν είχε προκειμένου να τον δει τον μοναχογιό του και πάλι ζώντα, αλλά στηριζόμενος στα χρήματα του, τίποτε δεν μπόρεσε να καταφέρει.

 Αυτή η άσχημη κατάληξη του όντως πλούσιου ανθρώπου, ήταν για μένα ένας επιπλέον λόγος, για τον οποίο δεν ήθελα να βάλω ποτέ τα χρήματα  ως στόχο στην ζωή μου, αν και ήξερα πως μπορούσα να τα αποκτήσω.

 Περισσότερο από αυτά λοιπόν τότε, μου άρεσε το ότι εργαζόμουν ασταμάτητα προκειμένου να ενισχύσω ή και να βοηθήσω αν θέλετε τους εργάτες, αυτούς δηλαδή που ήθελαν να συντηρήσουν με τον κόπο τους τις οικογένειες τους.

 Όταν όμως αυτοί κουράστηκαν πια από την πολύ δουλειά και δεν μπορούσαν να συνεχίσουν εργαζόμενοι με τον ίδιο ρυθμό, σταμάτησα κι εγώ να τρέχω, γιατί δεν ήθελα να υπάρχω κυνηγώντας τα χρήματα.

 Αν ήθελα κάτι τέτοιο, θα μπορούσα να συνεχίσω εργαζόμενος με το ίδιο πρόγραμμα, καλώντας άλλους εργάτες στην δούλεψη μου, αφού δική μου ήταν η δουλειά κι εγώ την κατηύθυνα.

 Τα περίεργα καρδιακά προβλήματα που παρουσίασα βέβαια ήταν κάτι υπολογίσιμο, αλλά κι εγώ ήμουν νέο παιδί ακόμη. Μπορούσα δηλαδή να βρω την απαιτούμενη ιατρική λύση και μέσω αυτής, να συνεχίσω αν ήθελα την αρκετά προσοδοφόρα δουλειά μου, αλλά δεν το έκανα.

 Αποφάσισα λοιπόν, ώστε να ζήσω στο εξής, με ότι κι όσα συμβατικά πλέον θα έπαιρνα ως μισθωτός από την εταιρεία που με διέθετε ως εργαζόμενο στον σταθμό, κάνοντας εκεί τόσα κι όσα ήταν αρκετά για να δικαιολογήσω τον μισθό μου μόνο και τίποτε περισσότερο.

 Υπέφερα όμως από αυτήν την αλλαγή, γιατί δεν μπορούσα να περιορίσω το δυναμικό μου και να ζω πλέον κάνοντας τόσα λίγα ως εργαζόμενος, όσα θα ήταν αρκετά για να δικαιολογήσω μόνον τον μισθό μου.

 Προκειμένου να ηρεμήσω όμως τον εαυτό μου από αυτήν την δυσφορία που ένοιωθα, του έλεγα ότι το ίδιο κάνουν και οι υπόλοιποι των συναδέλφων μου. Εργάζονται σε περιορισμένο χρόνο και χώρο και όλοι τους είναι μια χαρά. Γιατί λοιπόν εγώ έπρεπε να εργάζομαι ασταμάτητα αφού κανείς από τους καθ’ αυτών εργοδότες μου, δεν έχει σκοπό να αναγνωρίσει την υπερπροσφορά μου;

  Αυτοί που την αναγνώριζαν μέχρι τότε, δεν ήταν όπως θα έπρεπε οι εργοδότες μου, αλλά οι εργάτες. Αυτοί δηλαδή ήταν, που οικειοθελώς πλήρωναν την δική μου συμμετοχή στις δικές τους εργασιακές ανάγκες. Από φιλότιμο και μόνο λοιπόν μου ανέβασαν αυτοί το δικό μου εισόδημα στα ύψη, για όσα έκανα εγώ γι’ αυτούς κι έμμεσα για τις οικογένειες τους.

Μιχάλης Αλταλίκης

Δημοσιεύθηκε στην Χωρίς κατηγορία. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *