Για το νερό μιλάμε παιδιά κι όπως ακούσατε, πολλούς κινδύνους υπάρχει περίπτωση να αντιμετωπίσουμε, αν δεν δώσουμε έγκαιρα την πρέπουσα σημασία στις λεπτομέρειες που υπάρχουν και σ’ αυτό και μάλιστα πολύ πριν ακόμη δικαιολογήσουμε στον εαυτό μας, την φυσική μας ανάγκη να το πιούμε.
Αν μιλούσαμε για την καταγωγή μας δηλαδή; Ή αν μιλούσαμε για τον σκοπό της ζωής μας; Πόσες λεπτομέρειες να υπάρχουν άραγε σ’ αυτές, τις τόσο σημαντικές για την ζωή
μας ερωτήσεις κι εμείς καμιά από αυτές δεν γνωρίζουμε, αλλά και δε ξέρουμε πόσο πολύ τις χρειαζόμαστε;
Και μήπως ενδιαφερθήκαμε ποτέ να μάθουμε, τί χρειάζεται να ξέρει κανείς γι’ αυτές, αφού, ούτε για την καταγωγή μας, ούτε και για τον σκοπό της ζωής μας, ζητήσαμε ποτέ να μάθουμε αν πράγματι υπάρχουν και μάλιστα, αν τις συνοδεύουν λεπτομέρειες που έπρεπε να γνωρίζουμε κι εμείς τις αγνοούμε;
Αν θέλουμε να πιούμε για παράδειγμα νερό, από ανεξέλεγκτο χώρο, ζητάμε βοήθεια προκειμένου να μας πει κάποιος ότι δεν κινδυνεύουμε απ’ αυτό. Δεν αφήνουμε δηλαδή στην τύχη την ανάγκη που έχουμε να το πιούμε.
Γι’ αυτά τα δύο ουσιώδη ερωτήματα όμως, που επηρεάζουν απόλυτα την νυν ζωή μας, όπως και την μέλλουσα, δεν έπρεπε να κάνουμε το ίδιο, πριν φτάσουμε στο σημείο να δούμε κακό αποτέλεσμα αντί του καλού που θα θέλαμε να μας προκύψει;
Και μήπως είναι τόσο εύκολο σ’ εμάς τους πολύ εγωιστές πλέον ανθρώπους, να εντοπίσουμε από μόνοι μας λεπτομέρειες σ’ ερωτήματα που αποφεύγουμε και να απαντήσουμε ακόμη σαν να είναι ανύπαρκτα;
Αυτά όμως είναι εδώ και περιμένουν να τα δούμε επιτέλους ή και να τα αναζητήσουμε όσο είναι νωρίς, πριν είναι πολύ αργά για την ευκαιρία που μας δίνουν να ζήσουμε για την δική μας ζωή κι όχι για την ζωή του δαίμονα, που κρύβεται πίσω από την δική μας επιλογή, του να μένουμε απομακρυσμένοι από τον πατέρα μας.
Δικαίωμά μας βέβαια είναι το να διαθέτουμε την ζωή μας για όποιον λόγο εμείς θέλουμε να ακολουθεί και κανείς δεν μπορεί να το αλλάξει αυτό, αλλά και το να μας θυμίζει κάποιος, ότι πρέπει να προσέχουμε τι επιλέγουμε για την ζωή μας, πού θα μας κάνει κακό;
Και πόσο κακό θα μας κάνει άραγε, αν μας θυμίζει κάποιος, ότι μέσα μας και στην καρδιά μας για την ακρίβεια κατοικεί ο όντως δημιουργός Θεός και πατέρας μας; Και πόσο κακό θα μας κάνει δηλαδή, αν συνεχώς μας θυμίζει ο ίδιος, ότι βρίσκεται κι ένας άλλος εκεί μέσα και μάλιστα με κακές διαθέσεις για τον εαυτό μας;
Κι αφού τα αγνοούμε αυτά θα πω πάλι, ή δεν τα δίνουμε την πρέπουσα σημασία, πως θα μάθουμε άραγε από μόνοι μας, αν υπάρχει και κάποια διαχωριστική γραμμή ανάμεσά τους για να μην τους μπερδεύουμε, αν δεν μας το τονίσει αυτό κάποιος από τους συνανθρώπους μας;
Και πώς θα μάθουμε δηλαδή αν θέλουμε, πόσο εύκολο είναι σ’ εμάς τους πρόχειρους ανθρώπους, να εντοπίσουμε κάποια στιγμή, που ακριβώς βρίσκεται ο ένας και που βρίσκεται ο άλλος, ώστε να μην δεχόμαστε από απροσεξία εχθρικές για την ζωή μας επιλογές;
Όπως ακούτε παιδιά, υπάρχουν πολλά και σοβαρά ερωτήματα με, ή χωρίς λεπτομέρειες για την ζωή μας κι εμείς, για κανένα από αυτά δεν μπορούμε να δώσουμε από μόνοι μας ασφαλείς απαντήσεις στον εαυτό μας.
Το κακό γι’ εμάς τους ανθρώπους λοιπόν, εδώ βρίσκεται. Στο ότι καθόλου, μα καθόλου δεν ανησυχούμε, για την αδυναμία που έχουμε να διακρίνουμε μόνοι μας την αλήθεια, ανάμεσα στα πολλά ψέματα που συνεχώς ακούμε από τον ψεύτη και τόσο εύκολα μας παραπλανούν, αφού αυτά ιδικά κανένα ψάξιμο δεν απαιτούν.
Και το χειρότερο από αυτό είναι, που καθόλου δεν κοιτάμε προς τον πατέρα μας, όσο κι αν συνεχώς μας θυμίζει κι Αυτός, ότι πρέπει να προσέχουμε πιες σκέψεις μας ακολουθούμε, αφού αυτές είναι που θα μας εμποδίσουν, ή που θα μας βοηθήσουν να ζήσουμε για πάντα μαζί Του όταν έρθει η ώρα.
Κι αφού όπως ακούτε, πράγματι δεν μπορούμε μόνοι μας να ασφαλίσουμε τον εαυτό μας, από τα λάθη που ακολουθούμε, πώς βάλαμε λοιπόν τόσο πρόχειρα με τον νου μας, αλλά και πως πειστήκαμε επ’ αυτού, ότι ζούμε μόνοι μας σ’ αυτήν την ζωή και μάλιστα χωρίς τον Θεό και πατέρα μας;
Πώς δηλαδή πιστέψαμε τόσο πρόχειρα, αυτό που συνεχώς μας πιπιλίζουν ο ψεύτης και τα παιδιά του, ότι τυχαία δήθεν κι από κάποια κοσμική σκόνη μάλλον γεννηθήκαμε ως άνθρωποι;
Αλλά και πώς πήραμε τόσο ανόητα την απόφαση εμείς τα πλάσματα, να πούμε στον δημιουργό μας, ότι δεν χρειαζόμαστε την βοήθειά Του; Αλλά και πώς Του δηλώσαμε εμμέσως πλην πολύ σαφώς μέσα μας κι Αυτός το άκουσε, ότι ούτε και να υπάρχει Αυτός θέλουμε;
Αυτά και τέτοια λοιπόν είπαμε μέσα μας κι από τότε που τα είπαμε, κάνουμε τα της ζωής μας όπως μας τα κατεβάσει ο νους μας και κανέναν δεν ρωτάμε τι να κάνουμε σε κάθε περίπτωση αφού όπως το εμπεδώσαμε πια, δεν υπάρχει Θεός κατά την γνώμη μας.
Δικαίωμά μας βέβαια είναι το να μη θέλουμε τον Θεό μαζί μας αλλά και καθόλου δεν μοιάζει αυτή η αρνητική μας απόφαση με μια καθώς πρέπει ανθρώπινη λογική. Το πιο λογικό γι’ αυτήν είναι, να πούμε ότι αυτή η τοποθέτηση, μάλλον βρίσκεται ποιο κοντά προς την λογική του βοδιού.
Αυτού δηλαδή που πείθει τον εαυτό του να πιει νερό από όπου βρει και καθόλου δεν το ενδιαφέρει, αν μάθει εκ των υστέρων και μετά από τις συνέπιες που θα το ακολουθήσουν, ότι υπήρχε και το, ναι μεν, αλλά, στην ζωή του και ποτέ δεν σκέφτηκε αν έπρεπε να το χρησιμοποιήσει.
Στην περίπτωση που δεν υπήρχε θεός, ασφαλώς και δεν θα υπήρχε πρόβλημα αν ακολουθούσαμε κι εμείς οι άνθρωποι την λογική του βοδιού. Ναι, αλλά ο Θεός υπάρχει και καμιά δική μας αμφιβολία δεν μπορεί, αλλά και δεν είναι σε θέση να Τον καταργήσει.
Και δεν υπάρχει μόνον σαν να είναι κάτι απροσδιόριστο, ή σαν να είναι κάποια ανθρώπινη ιδεολογία ας πούμε, ώστε να την καταργούμε εμείς, ή να την εμπλουτίζουμε αν θέλουμε όπως μας βολεύει, με απεριόριστες δικές μας φαντασίες.
Ο Θεός λοιπόν, ασφαλώς και υπάρχει και όχι μόνον, γιατί και προδιαγραφές έχει και ιδιότητες έχει και δημιουργός των πάντων είναι κι αν θελήσει να τραβήξει τον εαυτόν Του κάποια στιγμή από τους ανθρώπους και τα πράγματα, όλα θα γίνουν εντελώς τίποτε κι όπως ήταν αυτά πριν κι ας μην το χωράει αυτό ο νους μας.
Αν μάθουμε κι εμείς όμως εκ των υστέρων σαν τα βόδια, ότι υπήρχε και το ναι μεν, αλλά στην ζωή μας, στις σκέψεις μας και στις επιλογές μας, σε τί θα μας ωφελήσει άραγε, όταν για όλα πλέον θα είναι πολύ αργά;
Για τα βόδια βέβαια, δεν υπάρχει καμιά ανησυχία, γιατί όπως είπαμε, αυτά δεν θα ζήσουν σε άλλη ζωή κι ότι τους συμβεί σ’ αυτήν που τώρα ζουν, εδώ θα μείνει και κανέναν δεν θα ενοχλήσουν οι επιλογές τους.
Εμείς οι άνθρωποι όμως, έχουμε να ακολουθήσουμε μια άλλη και ποιο εξειδικευμένη ζωή κι αν φτάσουμε εκεί που θα την δούμε μπροστά μας, πόσο καλό θα μας κάνει άραγε, το να μάθουμε ξαφνικά, ότι υπήρχε και το ναι μεν, αλλά, που έπρεπε να έχουμε υπόψιν μας κι εμείς το αγνοούσαμε;
Αδιαφορούμε λοιπόν για την ύπαρξή του ναι, μεν, αλλά και ποτέ δεν του δώσαμε την απαιτούμενη προσοχή, αλλά κι ακόμη το περιφρονούμε αυτό ανοήτως. Ούτε και σαν ενδεχόμενο δηλαδή περνάει από το μυαλό μας, αυτό που λογικά θα έπρεπε να μας κρατάει συνεχώς κι εκ του αποτελέσματος μάλιστα σε επαγρύπνηση.
Αλλά και λογικά θα έπρεπε να μας σπρώχνει θα λέγαμε το ναι μεν αλλά, προς το να αναζητήσουμε περισσότερες σχετιζόμενες πληροφορίες, ώστε να μάθουμε επακριβώς, τί χρειάζεται να ξέρουμε επί του θέματος που μιλάμε.
Όπως και τι ακριβώς χρειάζεται να κάνουμε θα έπρεπε να μάθουμε, για να μη την πάθουμε κι εμείς οι νοήμονες κατά τα άλλα άνθρωποι, σαν τα ανόητα βόδια και παρουσιαστούμε εντελώς αδιάφοροι, εκεί που έπρεπε να βρεθούμε εντελώς και κατάλληλα μάλιστα προετοιμασμένοι.
Αυτήν την προετοιμασία λοιπόν οφείλαμε στον εαυτό μας, αλλά εμείς, ποτέ δεν φτάσαμε σ’ αυτήν την λογική. Μπορεί ο ψεύτης και τα ψέματα να μας βοήθησαν όπως είπαμε να φτάσουμε στην αποχαύνωση που βρεθήκαμε, αλλά να μην ξεχνάμε, ότι με την θέλησή μας την ακολουθήσαμε.
Και δυστυχώς για όλους μας θα πω, ακόμη ακολουθούμε την αποχαύνωση, πνιγμένοι στον εγωισμό και στην αδιαφορία για την μελλοντική μας ζωή κι ασφαλώς δεν θα μας γλυτώσει από τις συνέπιες που μας περιμένουν, η διάθεση και ή πρόθεση που έχουμε, να καταργήσουμε τον όντως Θεό, από τις αμάσητες βλακείες που δεχθήκαμε να ακολουθούμε.
Ακούτε παιδιά; Μας φαίνεται ποιο λογικό το να ζούμε μόνοι μας και χωρίς την ύπαρξη Του Θεού στην ζωή μας, για να δικαιολογήσουμε έτσι στον εαυτό μας και το δικαίωμά μας να επιλέγουμε ελεύθερα, ό,τι μας βάζει ο νους μας να κάνουμε.
Αν αναγνωρίσουμε την ύπαρξή Του, τότε θα πρέπει πολύ απλά να αναγνωρίσουμε και τις ευθύνες που αποκτήσαμε απέναντί Του. Για να αποφύγουμε λοιπόν τις ευθύνες μας, δεχθήκαμε να πούμε στον εαυτό μας, ότι μάλλον δεν υπάρχει Θεός κι ότι μάλλον φανταστήκαμε την ύπαρξή Του.
Οι ευθύνες που δεν θέλουμε να έχουμε λοιπόν είναι αυτές που Τον βγάζουν από την ζωή μας κι όχι γιατί διαπιστώσαμε από έρευνες που κάναμε όπως έπρεπε, ή κι από τα αποτελέσματα που μας προέκυψαν από αυτές, ότι μας κάνει κακό η παρουσία Του ας πούμε, γι’ αυτό κι εμείς δεν θέλουμε να υπάρχει στην ζωή μας.
Αυτό είναι το λάθος μας λοιπόν. Ενώ δεν κάναμε καμιά έγκυρη έρευνα για την ύπαρξη του Θεού, δεχθήκαμε εντελώς πρόχειρα να μη θέλουμε τον δημιουργό Θεό και πατέρα μας ως σύμμαχο και συμπαραστάτη στην ζωή μας, γι’ αυτό και δεχόμαστε ως μοναδικό σκοπό αυτής, το δικαίωμά μας να ενεργούμε ζώντας όπως μας καπνίσει σε κάθε περίπτωση.
Και φυσικά, σημασία δεν δίνουμε και στην υποχρέωση που έχουμε να προστατεύσουμε τον εαυτό μας σ’ αυτήν την ζωή, όπως και στο πώς να προετοιμάσουμε κατάλληλα τον εαυτό μας προκειμένου να αντιμετωπίσει την μέλλουσα ζωή που μας περιμένει και θέλουμε δεν θέλουμε, του Θεού είναι και αυτή.
Είτε το δεχόμαστε λοιπόν αυτό, είτε όχι, θέλουμε δεν θέλουμε να το δεχθούμε δηλαδή, αυτά που εφαρμόζουμε όσο ζούμε, οπωσδήποτε θα τα κρίνει ο Θεός και σύμφωνα με την αξία τους, ή που θα μας κρατήσει δίπλα Του, ή που θα μας αφήσει ελεύθερους να πάμε, όπου από μόνοι μας κι από αυτήν την ζωή επιλέξαμε να βρεθούμε μετά τον θάνατόν μας.
Γνωρίζουμε βέβαια, ότι κάπως έτσι θα μας συμβεί κι επειδή ενδόμυχα δεν θέλουμε να βρεθούμε κάπου άσχημα λόγω των επιλογών μας όταν έρθει η ώρα μας, προτιμούμε πρόχειρα ως συνήθως, να καταργήσουμε με το μυαλό μας τον Θεό και πλάστη μας, ώστε κανείς να μη κρίνει τις ενέργειές μας.
Αν είμαστε έστω και λίγο ειλικρινείς, πρέπει να παραδεχθούμε ότι μια τέτοια τοποθέτηση καθόλου λογική δεν είναι, αλλά και καθόλου δεν μας τιμά ως νοήμονα όντα.
Μιχάλης Αλταλίκης